Οι διάφορες τοπικές διάλεκτοι καθώς και η συνεχιζόμενη γλωσσική διαμάχη στα χρόνια μετά την Απελευθέρωση, αντικατοπτρίζονται στην ποίηση και τη λογοτεχνία του πρώιμου ελεύθερου κράτους του 19ου αιώνα. Από τη δημοτική με ιταλικά και κρητικά στοιχεία του Σολωμού, την ανάμικτη δημοτική και καθαρεύουσα του Κάλβου, μέχρι την αυστηρή καθαρεύουσα των αδελφών Σούτσων και του Ραγκαβή, τα λογοτεχνικά κείμενα αποτελούν πηγή μελέτης των γλωσσικών διαφορών ανά περιοχή καθώς και της εξέλιξης της γλωσσικής διαμάχης ανάμεσα στη δημοτική και την καθαρεύουσα. Δεν λείπουν και παραδείγματα υπεράσπισης της δημοτικής από κείμενα γραμμένα σε καθαρεύουσα (Ροΐδης) ή «πολύγλωσσων» κειμένων γραμμένων σε καθαρεύουσα που όμως στα διαλογικά μέρη χρησιμοποιείται η ιδιαίτερη διάλεκτος ή ο απλός τρόπος ομιλίας κάθε προσώπου (Πιτσιπιός, Παπαδιαμάντης). Η διγλωσσία αυτή συνεχίζεται και μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Τότε, παρ’ όλο τον προσανατολισμό στη δημοτική από κάποιους ποιητές (Παλαμάς, Δροσίνης, Πολέμης, Τερτσέτης, Βαλαωρίτης κ.ά.), δεν λείπει η προτίμηση άλλων ποιητών στη διγλωσσία ή στην «ελεύθερη μικτή» (Καμπούρογλου, Πολυλάς, Νιρβάνας, Ξενόπουλος κ.ά.).
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι μορφές του Δ. Σολωμού και του Α. Κάλβου. Ο Διονύσιος Σολωμός γεννήθηκε το 1798 στη Ζάκυνθο και πέθανε το 1857 στην Κέρκυρα. Η γραφή του ήταν ένα κράμα ζακυνθινών, κρητικών, λατινικών και ιταλικών στοιχείων μέσα σε «περιβάλλον» δημοτικής. Τα Επτάνησα δεν γνώρισαν τουρκοκρατία και έτσι οι επιρροές αυτές που συναντά κανείς στον Σολωμό, χαρακτηρίζουν και όλη την επτανησιακή λογοτεχνία. Ο Σολωμός υπήρξε μαχητικός υπερασπιστής της γλώσσας του λαού ενώ τοποθετούσε τους σοφολόγιους, για το κακό που προξενούσαν στο λαό, δίπλα στους Τούρκους. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του είναι η παντελής έλλειψη ορθογραφίας στα γραπτά του. Την ορθογραφία τη συνέδεε με το λογιοτατισμό και, όπως φαίνεται από τα χειρόγραφά του, την αγνοούσε σχεδόν ολοκληρωτικά. Αυτό βεβαίως οφείλεται και στις λατινικές και ιταλικές σπουδές του, χωρίς ιδιαίτερη σπουδή της αρχαίας ελληνικής. Τα γραπτά του, παρ’ όλα αυτά, αποτελούν καθρέφτη της ζακυνθινής διαλέκτου και όλων των λογοτεχνικών επιρροών που είχαν δεχτεί τα Επτάνησα.
Ο Ανδρέας Κάλβος Ιωαννίδης γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1792 και πέθανε στο Λονδίνο το 1869. Μεγάλο μέρος της ζωής του πέρασε στην Ιταλία όπου ο ποιητής Ούγκο Φόσκολο τον καθοδήγησε στις πρώτες του συγγραφικές εργασίες. Η γραφή και η γλώσσα του Κάλβου είναι ιδιαίτερη και μοναδική, καθώς δεν πρόσκειται σε κανένα από τα γνωστά αντίπαλα ρεύματα της εποχής του: ούτε στη μέση λύση του Κοραή, ούτε στην αρχαΐζουσα των σοφολογίων, ούτε στη «φυσική γλώσσα» του λαού. Φαίνεται από τα ποιήματά του ότι βρισκόταν σε συνεχή διάλογο με τους μορφικούς και γραμματικούς τύπους και των τριών αυτών ρευμάτων ανάλογα με τις ανάγκες του μέτρου και της μουσικότητας των ποιημάτων του. Παρ’ όλη την αποστροφή του προς «το μονότονο των κρητικών επών» ο ίδιος χαρακτηρίζεται από τη συστηματική χρήση του δεκαπεντασύλλαβου, (εξαρχαϊσμένου κατά τον Π. Δ. Μαστροδημήτρη, που θυμίζει όμως ιταλικά κλασικιστικά πρότυπα και συγχρόνως φαναριώτικη ποίηση κατά τον Κ. Θ. Δημαρά.)