Οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου και η πολιτική και πολιτισμική ενοποίηση του χώρου της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, της Μικράς Ασίας και της Μέσης Ανατολής, αποτελούν ιστορικά φαινόμενα που εξηγούνται από τα συμφραζόμενα της εποχής, ταυτόχρονα ωστόσο συνδέονται, κατά τρόπο μοναδικό, με την προσωπικότητα του Μακεδόνα βασιλέα: η δημιουργία του ελληνιστικού κόσμου, ο οποίος αργότερα αποτέλεσε το υπόβαθρο για την ρωμαϊκή παρουσία στην περιοχή αλλά και για την εξάπλωση του χριστιανισμού, εκτός από αποτέλεσμα των οικονομικοκοινωνικών εξελίξεων στον ελλαδικό χώρο, αποτέλεσε και συνειδητή επιλογή του Αλεξάνδρου. Η δημιουργία πολυάριθμων πόλεων με μεικτό -ελληνικό και ντόπιο- πληθυσμό στις κατακτημένες περιοχές, οι επιγαμίες των Μακεδόνων «εταίρων» με Ασιάτισσες πριγκίπισσες, η διατήρηση θεσμών και πρακτικών (σε περιοχές που επί αιώνες ανήκαν σε υπερεθνικές πολυπολιτισμικές αυτοκρατορίες), τα σχέδια για μετακινήσεις πληθυσμών όχι μόνο από την Ελλάδα προς την Ασία αλλά και αντιστρόφως - όλα αυτά δείχνουν πως ο Αλέξανδρος είχε οραματιστεί τη δημιουργία μια νέας αυτοκρατορίας, και όχι την προσάρτηση εδαφών στο βασίλειο της Μακεδονίας.
Κατά τον ίδιο τρόπο που τα προηγούμενα χρόνια η στρατιωτική υπεροχή των Αθηναίων συνδυάζεται με την πολιτιστική τους υπεροχή και έχει σαν αποτέλεσμα την επικράτηση της Αττικής διαλέκτου έναντι της Ιωνικής, έτσι και η νικηφόρα εκστρατεία του Αλεξάνδρου κατά των Περσών στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα δημιουργεί το πολιτικό πλαίσιο και τις κατάλληλες συνθήκες εξάπλωσης της ελληνικής γλώσσας και, συνακόλουθα, του ελληνικού πολιτισμού. Η γλώσσα της εποχής, γνωστή ως Κοινή, αναπτύσσεται σταδιακά ως μία γλώσσα ενιαία, για την χρήση των πολλών κατοίκων της ελληνικής οικουμένης, στη θέση των διαφόρων αρχαιοελληνικών διαλέκτων.
Στο αλεξανδρινό κράτος η έννοια του «πολίτη» των κλασικών χρόνων αντικαθίσταται από αυτήν του «κοσμοπολίτη» και ελληνικές πόλεις ιδρύονται παντού. Έλληνας είναι αυτός που «μετέχει της παιδεύσεως της ημετέρας». Συνεπώς, ο όρος «Έλλην» δεν συνδέεται αναγκαστικά και μόνο με τη φυλετική καταγωγή, αλλά ουσιαστικά με την ελληνική παιδεία και τον τρόπο ζωής, εκφραζόμενο πάντως στην ελληνική γλώσσα. αφορά δε τους Μακεδόνες, τους Έλληνες της κλασικής περιόδου, τους Πέρσες και «τα άλλα έθνη» της Ασίας ή ακόμα και όλης της οικουμένης. Η γλώσσα αυτή αποτελεί μια περισσότερο απλοποιημένη εκδοχή της Αττικής γλώσσας, γεγονός που υπαγορεύεται από τις νέες ανάγκες χρήσης της από μεγάλες και ανομοιογενείς ομάδες πληθυσμού στο αχανές βασίλειο του Αλεξάνδρου. Η Ελληνιστική Κοινή γίνεται διεθνής γλώσσα και χρησιμοποιείται από τους Έλληνες και τους εξελληνισμένους ξένους της Μικράς Ασίας, της Αιγύπτου, της Συρίας, της Περσίας. δεν είναι μόνο η επίσημη γλώσσα της διοίκησης, αλλά και η γλώσσα της διανόησης, της λογοτεχνίας, κι ακόμη η γλώσσα των εμπορικών συναλλαγών, ο κοινός κώδικας των ποικίλλων κατοίκων του ελληνιστικού κόσμου, η lingua franca της εποχής.