Η φράση «θλιβερά επεισόδια» αναφέρεται κατά κανόνα στις συγκρούσεις οπαδών αντιπάλων ποδοσφαιρικών ομάδων ή σε έκτροπα . κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων ο χιλιοειπωμένος αυτός πλεονασμός αποτελεί ένα από τα πολλά στερεότυπα της τρέχουσας «ξύλινης» γλώσσας των Μ.Μ.Ε. Ωστόσο, πριν από εκατό περίπου χρόνια, η ίδια η γλώσσα και οι διάφορες απόψεις περί καθαρεύουσας και δημοτικής στάθηκαν η αφορμή επεισοδίων στην Αθήνα - και μάλιστα ιδιαιτέρως βίαιων και θλιβερών, καθώς στοίχισαν τη ζωή σε έντεκα ανθρώπους και προκάλεσαν την πτώση της κυβέρνησης. Στο τέλος του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού, το γλωσσικό ζήτημα όχι μόνο δεν έχει επιλυθεί αλλά οι διενέξεις γύρω από αυτό βρίσκονται σε μεγάλη έξαρση. Τα λεγόμενα «Ευαγγελικά» είναι ένα μόνο από τα παραδείγματα αναταραχών και αιματοκυλίσματος γύρω από το γλωσσικό ζήτημα. Είναι όμως και ένα σύνθετο γεγονός που καταδεικνύει το πολιτικό και πνευματικό κλίμα της εποχής. Η μετάφραση των Ευαγγελίων στη δημοτική το 1898 με πρωτοβουλία της βασίλισσας Όλγας, τα Ευαγγέλια μεταφρασμένα από τον Αλέξανδρο Πάλλη σε πιο ακραία δημοτική το 1901 και άλλη μια μετάφραση ενδιάμεσα, από τον θρησκευτικό σύλλογο «Ανάπλασις», πυροδότησαν μία σειρά επεισοδίων που οδήγησαν στην παραίτηση του πρωθυπουργού Γεωργίου Θεοτόκη και του μητροπολίτη Αθηνών Προκοπίου. Αντιδημοτικιστές ακαδημαϊκοί (Μιστριώτης, Κόντος, Βάσης κ.ά.), στοιχεία της αντιπολίτευσης, καθώς και η διαμάχη ανάμεσα στις εφημερίδες Ακρόπολις, που δημοσίευε την μετάφραση του Πάλλη, και Σκριπ, Καιροί, Εμπρός, που την κατέκριναν, υποδαύλισαν την οργή των φοιτητών και ακολούθησαν τα γεγονότα του Νοεμβρίου του 1901, με έντεκα νεκρούς και πολλούς τραυματίες. Το ιστορικό κλίμα εκείνης της εποχής (το σύνδρομο της «σλαβικής απειλής»), σε συνδυασμό με την πρωτοβουλία της -Ρωσίδας στην καταγωγή- βασίλισσας είχαν ως αποτέλεσμα οι μεταφραστές, εκτός από βεβηλωτές των Ευαγγελίων και άθεοι, να θεωρηθούν επίσης προδότες και όργανα των Σλάβων.
Ανάλογες αντιδράσεις προκάλεσε η μετάφραση της Ορέστειας από τον Γ. Σωτηριάδη. Τον Νοέμβριο του 1903, φοιτητές, υποκινημένοι και αυτή τη φορά από τον καθηγητή τους Γ. Μιστριώτη, διαδήλωσαν αξιώνοντας να μη γίνει η παράσταση. Οι διαδηλώσεις κατέληξαν σε αιματηρά επεισόδια με δύο νεκρούς. Αξιοσημείωτο είναι ότι όταν το 1901 στα εγκαίνια της Νέας Σκηνής του Βασιλικού Θεάτρου είχε ανέβει η Άλκηστις του Ευρυπίδη σε μετάφραση Χρηστομάνου, δεν είχαν προκληθεί τέτοιες αναταραχές.
Οι απόπειρες αυτές «ενδογλωσσικής μετάφρασης» θρησκευτικών κειμένων δεν ήταν οι πρώτες. Το 1536 είχαν μεταφραστεί από τον Ιωαννίκιο Καρτάνο αποσπάσματα από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, και το 1638 μεταφράστηκε στη νεοελληνική η Καινή Διαθήκη από τον Μάξιμο Καλλιπολίτη. Η πρώτη προσπάθεια δεν βρήκε συνεχιστές ενώ η δεύτερη καταδικάστηκε από την Ιερά Σύνοδο. Αντιστοίχως, και η Ορέστεια του Αισχύλου δεν ήταν το πρώτο παράδειγμα μετάφρασης κειμένου της κλασικής κληρονομιάς. Τα επεισόδια σχετίζονται και με τα εκάστοτε πολιτικά συμφραζόμενα. το γεγονός, ωστόσο, ότι σε ορισμένες περιπτώσεις το γλωσσικό πυροδότησε τόσο ακραίες και βίαιες αντιδράσεις, καταδεικνύει τη φόρτιση και τη σημασία που απέδιδε στο ζήτημα την εποχή εκείνη η ελληνική κοινωνία.