Η πλατεία Συντάγματος βρίσκεται στο κεντρικότερο σημείο των Αθηνών, απέναντι από τα Παλαιά Ανάκτορα, τη σημερινή έδρα της Βουλής των Ελλήνων. Οριοθετείται από τη λεωφόρο Βασιλίσσης Αμαλίας στα ανατολικά, την οδό Βασιλέως Γεωργίου Α΄ στα βόρεια, την οδό Όθωνος στα νότια και μία οδό στα δυτικά, που φέρει το όνομα πλατείας Συντάγματος και συνδέει την οδό Σταδίου με την οδό Φιλελλήνων. Το ανατολικό άκρο της πλατείας βρίσκεται ψηλότερα από το δυτικό και γι’ αυτόν τον λόγο, η πρόσβαση από την πλατεία προς την Λεωφόρο Αμαλίας γίνεται μέσω μιας κεντρικής, μαρμάρινης σκάλας.
Η μαρμάρινη σκάλα της πλατείας Συντάγματος το 1900. Πηγή: φωτογράφος Μιχαήλ Βελούδιος, Αρχείο Διονύση Φωτόπουλου (Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ, κωδικός: FOTO.047)
Κατά την αρχαιότητα, στην περιοχή αυτή[1] βρισκόταν «ο κήπος των Μουσών», που δημιούργησε ο Θεόφραστος, όπως βεβαιώνει αρχαίο ορόσημο και άλλα αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν εκεί. Ο κήπος αυτός ήταν ο πρώτος βοτανικός κήπος του κόσμου και ποτιζόταν από τον Ηριδανό ποταμό. Τα άφθονα νερά του ποταμού προσέλκυσαν την εγκατάσταση διαφόρων εργαστηρίων, όπως χαλκουργεία, γναφεία, λυχνοποιεία, χυτήρια κ.α. Ωστόσο δεν απουσιάζουν και οικίες, μάλιστα πολυτελείς, όπως αποδεικνύει ψηφιδωτό που αποκαλύφθηκε στον περίβολο του σημερινού Κοινοβουλίου[2].
Το κείμενο της πλάκας που επιβεβαιώνει την ύπαρξη του Κήπου των Μουσών στη περιοχή κατά την αρχαιότητα. Πηγή: Νέα Εφημερίς, 21.03.1891, αρ.φ.80. Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ.
Εκεί, λοιπόν, όπου συναντιούνται οι δρόμοι Σταδίου και Ερμού, οι αρχιτέκτονες Κλεάνθης και Σάουμπερτ, στα αρχικά τους σχέδια για την Αθήνα, τοποθετούσαν το πνευματικό κέντρο της πόλης, σε μια κυκλική πλατεία με το όχι τυχαίο όνομα πλατεία Μουσών[3]. Γύρω της θα κτιζόντουσαν η Ακαδημία, η Μητρόπολη, η Βιβλιοθήκη και άλλα κτήρια.
Τελικά οι Βαυαροί αποφάσισαν το 1836 ότι η καρδιά της πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους θα χτυπούσε στη μεγάλη έκταση μπροστά από τα βασιλικά ανάκτορα που επρόκειτο να χτιστούν. Η έκταση που επιλέχτηκε για να χτιστεί το παλάτι ήταν μπροστά από το σημείο που ονομαζόταν Περιβολάκια. Τα Περιβολάκια ή Περιβολάκι βρίσκονταν εκεί όπου σήμερα έχει ανεγερθεί το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και το κτήριο της Βουλής, καθώς και όλη η σημερινή πλατεία. Το σημείο ήταν ένας χαμηλός λόφος, που έφερε το όνομα Αγίου Θωμά ή Αγίου Αθανασίου, λόγω της μικρής εκκλησίας που υπήρχε εκεί. Η κορυφή του λόφου ισοπεδώθηκε τουλάχιστον κατά 5 μέτρα το 1836 για την ανέγερση των Ανακτόρων[4]. Βρισκόταν εκτός των οικιστικών ορίων της πόλης, καθώς εκεί έφτανε το οθωμανικό τείχος του Χασεκή που χώριζε την περιοχή στα δύο. Εκεί υπήρχε επίσης η περίφημη πηγή της «Μπουμπουνίστρας», που πήγαζε από τους Αμπελόκηπους και ονομάστηκε έτσι λόγω της ορμητικότητας και του θορύβου που έκανε το νερό της. Επίσης, ένας κλάδος του ποταμού Ηριδανού, κατέβαινε ορμητικά από τον Λυκαβηττό, η κοίτη του οποίου εντοπίστηκε στις ανασκαφές της πλατείας Συντάγματος.[5] Η πλατεία τότε άρχισε να παίρνει την πρώτη μορφή της, και μέχρι το 1843, λεγόταν ακόμα Περιβολάκι, δεν είχε επίσημη ονομασία και ήταν το μοναδικό πάρκο της Αθήνας. Σε πολλά κείμενα αναφέρεται ως «Πλατεία Ανακτόρων». Στο ημερολόγιο της Χριστιάνας Λυτ το 1839 συναντάται ως «η Πλατεία με τις ισπανικές σκάλες», καθώς σε πολλούς περιηγητές θύμιζε τις περίφημες σκάλες της Piazza di Spagna στη Ρώμη. Η κάτω πλευρά της πλατείας αναγράφεται και ως «Πλατεία Βάκχου», επειδή στο πλάτωμά της οργανώνονταν μουσικές και εορταστικές εκδηλώσεις[6]. Μάλιστα, τον Σεπτέμβρη του 1847 για τις εορταστικές εκδηλώσεις με αφορμή τη ονομαστική γιορτή του Όθωνα, η Χριστιάνα Λυτ γράφει (στο βιβλίο Στην Αθήνα του 1847-1848 : ένα ανέκδοτο ημερολόγιο / Χριστιάνα Λυτ Αθήνα : Ερμής , 1991, σελ. 80): « Το βράδυ, η Ακρόπολη ήταν φωταγωγημένη κι έπαιζε μουσική στην πλατεία Βάκχου, κοντά στην Ισπανική Σκάλα». Πρόκειται ίσως για τη μοναδική μαρτυρία που υπάρχει με αυτές τις ονομασίες στην πλατεία και τη σκάλα της.
Μετά τη λαϊκή εξέγερση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843, όταν ο λαός υποχρέωσε τον Όθωνα να υπογράψει την παραχώρηση Συντάγματος, καθιερώθηκε οριστικά η ιστορική ονομασία Πλατεία Συντάγματος.
Άποψη της πλατείας Συντάγματος από τα ανάκτορα. Πίνακας του U. Halbreiter. Πηγή: Η παλιά Αθήνα ζει, γλεντά, γεύεται: κιμπάρικο ανάγνωσμα για μερακλήδες νοσταλγούς / Θωμάς Σιταράς. Αθήνα: Ωκεανίδα, 2011. Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ
Ο γάλλος βαρόνος Ζαν-Μπατίστ Λουί Γκρο, διπλωμάτης στην Αθήνα, αποτύπωσε στην παρακάτω φωτογραφία την ιστορική κεντρική πλατεία γύρω στο 1850. Την εποχή εκείνη δεν ήταν παρά ένα μεγάλο χωράφι που περικλειόταν από λιγοστά αρχοντικά. Η Ακρόπολη με τον Παρθενώνα ξεπρόβαλαν ξεκάθαρα στον ορίζοντα, ενώ η Ερμού δεν ήταν παρά ένας κεντρικός χωματόδρομος.
Η φωτογραφία του Γκρο το 1850. Πηγή: Η μηχανή του χρόνου (ιστοσελίδα)
Προς το τέλος της δεκαετίας του 1850, τα κτήρια που υπήρχαν στην περιοχή ήταν το κτήριο του Ανδρέα Κορομηλά στην Ερμού, το σπίτι του συγγραφέα της Ηρωίδος της Ελληνικής Επανάστασεως, Στέφανου Ξένου[7] στη γωνία των οδών Όθωνος και Φιλελλήνων και το μέγαρο Αντωνίου Δημητρίου ή Λημνίου με δύο πολυτελείς κατοικίες για τα δυο του παιδιά στη γωνία των σημερινών οδών Πανεπιστημίου και Γεωργίου Α΄.
Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, το 1865 περίπου, άλλη μια ιστορική φωτογραφία, τραβηγμένη από την ίδια γωνία λήψης, δείχνει τις δραστικές μεταβολές που γίνονταν στο κέντρο της Αθήνας. Τα πρώτα ψηλά κτίσματα άρχισαν σταδιακά να αναδύονται, για να στεγάσουν τελικά τα πολυτελή ξενοδοχεία που έκαναν δειλά την εμφάνισή τους.
Η πλατεία Συντάγματος το 1865 του φωτογράφου Δημήτριου Κωνσταντίνου. Πηγή: Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας
Το ίδιο σημείο όπως το ζωγράφισε ο Giorgio Peritelli το 1863. Πηγή: Ανακαλύπτοντας την Ελλάδα: Ζωγράφοι και περιηγητές του 19ου αιώνα / Φανή-Μαρία Τσιγκάκου. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1981, σελ.149. Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ.
Ο Henri Belle, που βρίσκεται αρκετές φορές στην Ελλάδα το διάστημα από το 1861 ως το 1874, από τα παράθυρα του ξενοδοχείου της «Μεγάλης Βρεταννίας» βλέπει τα εξής: «Από τα παράθυρά μας, που βλέπουν στην πλατεία Συντάγματος και σ’ ένα μεγάλο χώρο, φυτεμένο με πορτοκαλιές και πλατάνια, φαίνεται το άχαρο κτίριο των βασιλικών Ανακτόρων, οι φυλλωσιές που το περιτριγυρίζουν και ακριβώς απέναντι ο τεράστιος βράχος της Ακρόπολης που κυριαρχεί στην πόλη και στεφανώνεται με εκπληκτικά ερείπια»[8].
Η πλατεία Συντάγματος στο ύψος της Μεγάλης Βρετανίας το 1865. Πηγή: Η πόλη των μαρμάρων : Ημερολόγιο 2006 / Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ. [Αθήνα]: Εκπαιδευτήρια Δούκα, 2006. Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ
Μέχρι το 1875 η πλατεία είχε διαμορφωθεί πλήρως και είχε δεντροφυτευτεί. Το σιντριβάνι βρισκόταν μέσα σε μια στρογγυλή τεχνητή λίμνη[9] που μέσα κολυμπούσαν χρυσόψαρα. Το σιντριβάνι της Αθήνας, που ακόμα και σήμερα κοσμεί την πλατεία Συντάγματος, σχεδίασε ο Ερνστ Τσίλλερ στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο κήπος της πλατείας, δηλαδή ο κήπος των Μουσών, όπως ονομάστηκε, άρχισε να διαμορφώνεται από το 1846, αλλά το βραχώδες έδαφος δυσχέραινε τις εργασίες. Όταν τελικά ολοκληρώθηκε, στη μέση στήθηκε μια οκτάγωνη εξέδρα, όπου δύο φορές τη βδομάδα έπαιζε μουσική η Φρουρά ενθουσιάζοντας τους Αθηναίους.
Το σιντριβάνι με τη λίμνη, φωτογραφημένο το 1895. Πηγή: Κάθε Σάββατο στην Αθήνα (FB)
Ο Καζαμίας του 1873 του Κορομηλά γράφει:
«Τον χειμώνα καθ’ εκάστην Τρίτην και Κυριακήν παιανίζει η στρατιωτική μουσική το απόγευμα. Το δε θέρος Τρίτην και Κυριακήν το εσπέρας»[10].
Τότε κάνει την εμφάνισή του στην πλατεία Συντάγματος ένας από τους ωραιότερους τύπους της Αθήνας, ο Μπαρμπα-Γιάννης κανατάς, «ένας άντρας ψηλός, με φαρδιά ξανθά μουστάκια […] ήταν φτωχοντυμένος και ξυπόλητος και στο κεφάλι του φορούσε ένα παλιωμένο πλατύγυρο καπέλο. Στα μαλλιά και στα μουστάκια πολλές άσπρες τρίχες γυάλιζαν, μα ήταν ήρεμο το πρόσωπό του και είχε αρχοντιά η στάση του, καθώς στηρίζουνταν στη μαγκούρα του […]»[11]. Ζούσε στην συνοικία Σκαγιάννη της Πλάκας, στην οδό Υπερείδου. Στην αυλή είχε στάβλο για τον γάιδαρό του και εκεί τοποθετούσε τα κανάτια του. Τις Κυριακές πήγαινε στην πλατεία Συντάγματος, εκεί που έπαιζε η ορχήστρα, άλλοι λένε φορώντας τα καλά του για να κάνει την βόλτα του και άλλοι για να πουλήσει τα κανάτια του. Και στις δύο περιπτώσεις ήταν εξαιρετικά δημοφιλής. Μετά από κάποια χρόνια δεν ξαναφάνηκε στην πλατεία και γενικότερα στην Αθήνα κι ένα πέπλο μυστηρίου καλύπτει το τι τελικά απέγινε[12].
Ο μπαρμπα-Γιάννης κανατάς στον Τύπο της εποχής. Πηγή: Αλή Πασσάς, αρ.1, 5.3.1875. Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ.
Φτάνουμε στο 1880 και η πλατεία έχει γίνει κεντρικό σημείο της πόλης. Ανάμεσα στους περαστικούς που βολτάρουν βρίσκονται πολλοί λούστροι με τα κασελάκια τους και υπαίθριοι φωτογράφοι με τη ρεπούμπλικα και την άσπρη ποδιά τους[13]. Λειτουργούν ξενοδοχεία, καφέ και μαγαζιά. Μάλιστα το 1882 μεταφέρεται από την Ιερά Οδό το Καφέ Σαντούρ, «όπου τέσσερις Αρμένισσες με κορυφαία τη Σμυρναία Σουλτάνα, με δύο βιολιντζήδες κι ένα ντέφι τραγουδούσαν σχεδόν ξαπλωμένες φορώντας πασουμάκια[14]», αναφέρει στο βιβλίο του Εν Αθήναις κάποτε… ο Δ.Β. Ηλιόπουλος.
Το ιπποκίνητο τραμ περνούσε από την πλατεία Συντάγματος, ενώ τον Απρίλιο του 1882 λειτούργησε το ατμοκίνητο τραμ. Το νέο μέσο όμως, ο ατμοκίνητος τροχιόδρομος δηλαδή, δεν άργησε να απαξιωθεί από το κοινό. Η αργή κίνησή του και το χαρακτηριστικό κάθισμα του βαγονιού στην πίσω πλευρά, του χάρισαν το προσωνύμιο «κωλοσούρτης». Καταργήθηκε το 1907 περίπου και τη θέση του πήρε ο ηλεκτροκίνητος σιδηρόδρομος.
Ο Κωλοσούρτης. Πηγή: Η Αθήνα από τον 19ο αιώνα (FB)
Το 1887 το τραμ του Φαλήρου τέθηκε σε λειτουργία. Η αφετηρία της γραμμής βρισκόταν μπροστά στην Ακαδημία και ήταν η αρχή της αγαπημένης εκδρομής των Αθηναίων. Διέσχιζε τις λεωφόρους Πανεπιστημίου, Αμαλίας και Θησέως, έφτανε στις Τζιτζιφιές και μέσω της παραλιακής λεωφόρου κατέληγε στον Φαληρικό όρμο. Στην παραπάνω επιχρωματισμένη φωτογραφία, το τραμ διασχίζει τη λεωφόρο Αμαλίας, περνώντας από την κατάφυτη πλατεία Συντάγματος, ενώ πίσω διακρίνεται το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετάννια».
Το ιπποκίνητο τραμ περνά από την πλατεία Συντάγματος. Πηγή: Constitution Square. Συλλογή καρτ ποστάλ (Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ, CP.CPATH.CPATH1.240)
Ο ηλεκτροκίνητος σιδηρόδρομος. Πηγή: Συλλογή Θωμά Σιταρά. Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ.
Το 1890 θα κάνουν την εμφάνισή τους στην πλατεία Συντάγματος ξύλινες πολυγωνικές κατασκευές, ελβετικής προέλευσης, που αγοράζονται για τη συμπλήρωση του καλλωπισμού και της αισθητικής της πλατείας. Ονομάζονται κιόσκια. Τοποθετούνται τέσσερα κιόσκια στις γωνίες της πλατείας[29]. Το κιόσκι που βρισκόταν στη γωνία με το «Ξενοδοχείο των Ξένων» λειτούργησε ως ανθοπωλείο, ενώ αυτό που βρισκόταν στη γωνία με την οικία Βούρου νοικιάσθηκε από τον Α. Π. Καμπά, μετέπειτα ιδρυτή της παλιότερης οινοποιητικής εταιρείας της Αττικής, και πουλούσε φυσικά κονιάκ.
Δύο ειδών κιόσκια. Πηγή: Συλλογή καρτ ποστάλ (Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ, CP.CPATH.CPATH1.242)
Ο G. Deschamps γράφει το 1890: «Η πλατεία Συντάγματος είναι τους έξι μήνες του χρόνου μια Σαχάρα».[15]
«Το ογκώδες εκ λευκού μαρμάρου ανάκτορον μετά περιστυλίων […] υψούται επί της κυριωτέρας πλατείας, πλαισιούμενον υπό των καλλίστων ξενοδοχείων και καφενείων. Από της πλατείας εκετείνεται δεντροστοιχία, ήτις πάντοτε είναι μεστή λαού. Εν τω τετραγώνω, εν μέσω των φυομένων ενταύθα ροδοδαφνών απλούται αβρά χλοή […]»[16] γράφει ο πρίγκιπας Φ.Ε. Ουχτόμσκη για την πλατεία Συντάγματος την ίδια περίοδο, όπως τη βλέπει από τα παράθυρα του ξενοδοχείου «Βασιλικόν».
Το 1895 στην πλατεία Συντάγματος «βρίσκεις εξαίρετα καφενεία, ζαχαροπλαστεία, ζυθοπωλεία, τα ωραιότερα ξενοδοχεία της πρωτευούσης. Εκεί δις της εβδομάδος παιανίζει η μοναδική μουσική της φρουράς, εκεί παρέλασις όλων των επισήμων και ανεπισήμων κύκλων της πρωτευούσης. Εκεί βλέπεις συγκεντρωμένας τας αρχάς και εξουσίας του Κράτους. Στρατιωτικούς, ναυτικούς, φοιτητάς, βουλευτάς, υπαλλήλους». Η πλατεία Συντάγματος είναι πλατεία τέρψεως, περιπάτου». Στην Ομόνοια «βλέπεις κόσμον αεννάως σπεύδοντα, πολυάσχολον, πολυπράγμονα»[17]. Αυτή είναι και η διαφορά τους.
Στις αρχές του 20ού αιώνα, η πλατεία Συντάγματος είχε πλέον αρχίσει να αποκτά τη μορφή πλατείας ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Περιστοιχιζόταν από μεγάλα νεοκλασικά κτήρια, οι δρόμοι ήταν προσεγμένοι και κυκλοφορούσαν αυτοκίνητα. Όλο και περισσότερα μαγαζιά έκαναν την εμφάνισή τους και πλέον το σημείο είχε καθιερωθεί ως το κεντρικότερο μέρος συνάντησης των πρωτευουσιάνων. Γύρω στα 1900, η ξύλινη εξέδρα που έπαιζε η μπάντα της Φρουράς αντικαταστάθηκε από μαρμάρινη, ενώ ήδη υπήρχε και το τετράπλευρο μεγάλο ρολόι, το οποίο αργότερα αντικαταστάθηκε από το σταθμαρχείο – κιόσκι του τραμ, που διέθετε ρολόι στην πρόσοψη της οροφής του.
Το τετράπλευρο ρολόι της πλατείας τοποθετήθηκε γύρω στο 1890. Πηγή: Συλλογή καρτ ποστάλ (Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ, CP.CPATH.CPATH1.242)
Η πλατεία Συντάγματος το 1896. Πηγή: Αθηναϊκός Αστήρ, 1896, αρ.8. Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ.
Τότε ο David Hogarth περιγράφει ως εξής την πλατεία Συντάγματος: «Η μεγάλη πλατεία μπροστά στο παλάτι λέγεται Συντάγματος […]. Στη Δημοκρατία οφείλει η πλατεία τη χάρη της. Τις ανοιξιάτικες βραδιές προτού οι παραλίες γίνουν της μόδας, βλέπει κανείς όλους τους τύπους της Αθήνας να κάθονται πλάι πλάι ή να σουλατσάρουν πάνω κάτω ανάμεσα σ’ ένα παρδαλό πλήθος από διπλωμάτες, τουρίστες και φυσιογνωμίες από τις χώρες της Ανατολής. Οικογένειες ή παρέες φίλων κάθονται ευτυχείς γύρω από τραπεζάκια […]. Εξωτερικά είναι ένα σκοτεινό πλήθος, διότι η επίδοξη Ελλάς φοράει μαύρο πανωφόρι και μαύρο καπέλλο και σπάνια μονάχα βλέπει κανείς κολαρισμένη φουστανέλα, μπλε γκέττες, κεντημένο γιλέκο και πουκάμισα και μαλακό φέσι με κόκκινη φούντα […]».[18]
Ο πολεμικός ανταποκριτής της εφημερίδας Le temps, Ρενέ Πυώ, που ταξίδευε στην Ελλάδα το διάστημα από το 1913 ως το 1922, γράφει σε ένα από τα δέκα βιβλία του σχετικά με τα προβλήματα του ελληνισμού: «ένας πελώριος φράκτης κρύβει την πλατεία του παλιού παλατιού […], τα φυλλώματα της πλατείας είναι ευτυχώς θαλερά και θα εξακολουθήσουν να κρύβουν αυτό το κιτρινωπό κτίριο που θυμίζει στρατώνα, το οποίο οι Αθηναίοι και οι φίλοι της Αθήνας τελικά συνήθισαν. Το φόντο αυτού του τόσου οικείου σκηνικού εμπλουτίστηκε, στο κέντρο του, με ένα αρχαιοπρεπές ωραίο χάλκινο άγαλμα και, στη γωνία, με δημόσια ουρητήρια κρυμμένα στον τοίχο, σημαντικότατη καινοτομία. Το καφενείο στην γωνία με τη Σταδίου θα είναι πάντα γεμάτο πολυλογάδες, ο Ελευθερουδάκης απέναντι, θα εκθέτει τα τελευταία λογοτεχνικά και επιστημονικά βιβλία σε όλες τις γλώσσες, συνεχές μάθημα ταπεινοφροσύνης, και το βράδυ ως αργά, αφού βγει το φεγγάρι, οι οικογένειες θα συγκεντρώνονται γύρω από παγωτά και λεμονάδες, σαν να ήταν νύχτα εθνικής γιορτής, στην πλατεία αυτή που μοσχοβολάει από τις πορτοκαλιές, τα περγαμόντα, τα γιασεμιά, τα τριαντάφυλλα και τα άλλα λουλούδια των θαυμάσια διευθετημένων παρτεριών της […]. Δε θα αλλάξει αυτή η γωνιά της Αθήνας. Η μόνη διαφορά είναι πως τώρα υπάρχει πληθώρα λεωφορείων που τρέχουν ξέφρενα πλάι στο τραμ και ανάμεσα στα αυτοκίνητα που τρέχουν με μεγάλη ταχύτητα. Ο αστυφύλακας που βρίσκεται στο σταυροδρόμι και πασχίζει, κουνώντας τα χέρια του σαν τηλεγραφητής, να ρυθμίσει την κυκλοφορία, έχει πολλή δουλειά».[19]
Το ορειχάλκινο γλυπτό, που αναφέρει ο Πυώ, είναι το σύμπλεγμα Κένταυρος[20], που τοποθετήθηκε στο κέντρο της πλατείας το 1924, έργο του Ι. Πφουλ, που φιλοτεχνήθηκε στο Βερολίνο το 1906 και σήμερα βρίσκεται στην πλατεία Βικτωρίας[21]. Μπροστά από τον Κένταυρο είχαν το στέκι τους οι υπαίθριοι φωτογράφοι της στιγμής, για να βγάζουν οι Αθηναίοι και οι επισκέπτες τις αναμνηστικές φωτογραφίες τους. Είναι η εποχή -το καλοκαίρι- που τα καφενεία είναι κατάμεστα κυρίως από άνδρες με ψαθάκια και γυναίκες με κοντομάνικα.
Το γλυπτό Κένταυρος στο κέντρο της πλατείας. Πηγή: εκδότης Δέλτα (Εμμ. Σ. Διακάκης, Αθήναι – Κήπος Μουσών. Συλλογή καρτ ποστάλ (Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ, CP.CPATH.CPATH1.368)
Τα καφενεία της πλατείας το 1927. Στη μέση της φωτογραφίας διακρίνεται το γλυπτό Κένταυρος. Πηγή: Φωτογράφος: Χρήστος Καπλάνης, από digitalcollections.archives.nysed.gov, www.lifo.gr
Στις αρχές της δεκαετίας του 1920, τα κιόσκια που βρίσκονται στην πλατεία, όπως και σε όλα τα κεντρικά σημεία των ελληνικών πόλεων αλλάζουν χρήση. Μετατρέπονται σε μικρά καταστήματα που πουλούν καραμέλες, έντυπα, καπνό, καρτ-ποστάλ, λουλούδια και το κράτος παραχωρεί την άδεια λειτουργίας τους σε ανάπηρους πολέμου. Δεν είναι άλλα από τα περίπτερα[22].
Τη δεκαετία του 1930 ο καθώς πρέπει Αθηναίος δεν μπορούσε να μην κάνει περίπατο, τα κυριακάτικα απογεύματα, στην πλατεία, να μην περάσει από το περίφημο καφενείο του Ζαχαράτου, που είχε φτάσει να θεωρείται η ανεπίσημη Γερουσία της Ελλάδος, να μην χαιρετίσει, βγάζοντας ευγενικά το καπέλο του στους γνωστούς του –που ήταν όλοι γνωστοί– ,να μη συνεχίσει τη βόλτα του στην Σταδίου μέχρι τους βασιλικούς στάβλους ή στην Ερμού κάτω από τις ακακίες και το φως του γκαζιού.
Ο Ζακ Ντε Λακρετέλ, που βρέθηκε στην Αθήνα αυτή την περίοδο,[23] εντυπωσιάζεται από την αύξηση της κίνησης στην πόλη, τη βιασύνη των ανθρώπων, «που δεν παίζουν το κεχριμπαρένιο κομπολόι», αλλά «τρέχουν να προλάβουν το ξεχειλισμένο λεωφορείο. Μόνο τη νύχτα, στην πλατεία Συντάγματος, ξαναβρίσκεις το αλλοτινό της πρόσωπο. Το ίδιο πλήθος μαζεύεται γύρω από τα τραπέζια, μπροστά σε απλά ποτήρια νερό. Μόνο άντρες. Και ως αργά τη νύχτα, θα μιλούν»[24].
Τα αποκαλυπτήρια του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη, που βρίσκεται μπροστά από το κτήριο της Βουλής των Ελλήνων, έγιναν στις 25 Μαρτίου 1932, από τον πρωθυπουργό Ανδρέα Μιχαλακόπουλο με μεγάλη επισημότητα και συμμετοχή πολλών ξένων αντιπροσωπειών. Είναι ένα κενοτάφιο προς τιμή των πεσόντων στους πολέμους. Ζητούμενο, ήταν η ενότητα του μνημείου με την πλατεία Συντάγματος, η εναρμόνισή του με τα νεοκλασικά Ανάκτορα και η συμβολή στην ανάπλαση της πλατείας Συντάγματος με κύριο άξονα την οδό Ερμού. Για την κατασκευή του έγινε εκσκαφή μεγάλης κλίμακας και ισοπεδώθηκε το λοφώδες τοπίο μπροστά από τη Βουλή. Επίσης, τότε δημιουργήθηκαν και τα ανθοπωλεία επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας.
Η απόφαση για την ανέγερση του μνημείου ελήφθη από τη δικτατορία Θεόδωρου Πάγκαλου και στις 3 Μαρτίου 1926 προκηρύχθηκε καλλιτεχνικός διαγωνισμός στην εφημερίδα Εσπέρα. Στις 9 Οκτωβρίου 1926 το Υπουργείο Στρατιωτικών ενέκρινε την μελέτη του αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη. Ο Λαζαρίδης είχε συνεργαστεί αρχικά με τον γλύπτη Θωμά Θωμόπουλο, αλλά το 1930 τον αντικατέστησε με τον γλύπτη Φωκίωνα Ρωκ, ενώ συνεργάστηκε για τη διακόσμηση με τον γλύπτη Κώστα Δημητριάδη. Στο αρχείο του Κώστα Δημητριάδη, που φυλάσσεται στο ΕΛΙΑ, εντοπίστηκε η προσωπική του αλληλογραφία με τον Φωκίωνα Ρωκ σχετικά με το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Επίσης, στο ίδιο αρχείο υπάρχει προσωπική αλλά και επίσημη αλληλογραφία με τον Εμμανουήλ Λαζαρίδη για το ίδιο θέμα.
Επιστολή διαμαρτυρίας του Σωματείου Ελλήνων Γλυπτών προς τον Εμμανουήλ Λαζαρίδη για την απομάκρυνση του Θωμά Θωμόπουλου από το έργο του Άγνωστου Στρατιώτη. Πηγή: Αρχείο Θωμά Θωμόπουλου, υποφάκελος 1.1, ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ.
Ο τελικός λογαριασμός πληρωμής του Κώστα Δημητριάδη από το Υπουργείο Συγκοινωνίας για τις εργασίες που εκτέλεσε στον Άγνωστο Στρατιώτη. Πηγή: Αρχείο Κώστα Δημητριάδη, υποφάκελος 2.3, ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ.
Η ενημέρωση του Εμμανουήλ Λαζαρίδη για την πληρωμή του Κώστα Δημητριάδη από το Υπουργείο Συγκοινωνίας. Πηγή: Αρχείο Κώστα Δημητριάδη, υποφάκελος 2.3, ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ.
«Τριγυρίζω με ευχαρίστηση κάτω από τα ευωδιαστά φυλλώματα της πλατείας Συντάγματος».[25] Στη βάση του παλιού βασιλικού παλατιού, δηλαδή στη σημερινή Βουλή, «έχουν τοποθετήσει με απλότητα και ομορφιά τα σχέδια, τις γραμμές και το κεντρικό μοτίβο ενός μνημείου στον Άγνωστο Στρατιώτη, που τον απεικονίζει ένας ομηρικός έφηβος, γυμνός και με κράνος, ξαπλωμένος ανάμεσα στην ασπίδα του και το ξίφος του»[26], γράφει ο Καμίγ Μωκλαίρ για το μνημείο λίγο πριν το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ζευγάρι στο Σύνταγμα. Η λήψη λίγο πριν την κατασκευή του μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη, 1930-31. Πηγή: Αθήνα. Γενικό Αρχείο 20ος αιώνας (Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ, 2E01.008)
Στην παρακάτω αεροφωτογραφία της Αθήνας του 1934, διακρίνεται η πλατεία Συντάγματος, το κτήριο του Κοινοβουλίου, τμήμα του Εθνικού κήπου και αρκετά νεοκλασικά που δυστυχώς δεν υπάρχουν πια. Βλέπουμε επίσης να χτίζεται το ξενοδοχείο «King George».
Η αεροφωτογραφία του 1934. Πηγή: Γενικό Αρχείο 20ος (Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ, κωδικός: 2Ε00.039)
Το 1937 ο Αντρέ Μπιγύ αναφέρει: «Οι Αθηναίοι συνηθίζουν […] να πίνουν το ποτό τους στο ύπαιθρο και ιδιαίτερα στην πλατεία Συντάγματος, η οποία περιστοιχίζεται από πιπεριές και είναι ταυτόχρονα δημόσιος κήπος και υπαίθριο καφενείο, δεν ενδιαφέρονται όμως για τα χρυσά στολίδια και τους καθρέφτες. Ένα σιδερένιο τραπεζάκι με ξεφτισμένη μπογιά και δυο τρεις κουτσές καρέκλες τους αρκούν για να πιουν το ούζο τους με το δροσερό νερό και να φάνε τις ελιές και το γλυκό, δηλαδή μια μαρμελάδα από φρούτα σερβιρισμένη πάντα μαζί με το δροσερό νερό και κουταλάκια σε μια ασημένια κούπα. Δεν τους αρέσουν τα περίπλοκα ποτά […]»[27].
Η μπάντα των Γερμανών κατακτητών ψυχαγωγεί τους περαστικούς στην πλατεία Συντάγματος. Πηγή: Τότε, τ. 70. Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ.
Στις 18 Οκτωβρίου του 1944, μετά την επιστροφή της εθνικής κυβέρνησης και τη λήξη της γερμανικής κατοχής, η πλατεία γεμίζει με κόσμο για να ακούσει τον Γεώργιο Παπανδρέου να εκφωνεί τον ιστορικό λόγο του από τον εξώστη του Μεγάρου Πάλλη. Από εκεί είχε εκφωνήσει τον επίσης ιστορικό του λόγο ο Ελευθέριος Βενιζέλος μετά τη συνθήκη των Σεβρών.
Το 1960 το τραμ καταργείται και οι γραμμές, που περνούν μπροστά από την πλατεία, ξηλώνονται, ενώ ξεκινά και το κουτσούρεμα της πλατείας από την πλευρά της Ερμού και αργότερα από τις άλλες πλευρές της, δηλαδή από τις οδούς Γεωργίου Α΄και Όθωνος για να διευκολύνουν την αυξημένη κυκλοφορία των αυτοκινήτων. Την ίδια χρονιά, στις 4 Αυγούστου οι φωτεινοί σηματοδότες, γνωστοί ως Γρηγόρης και Σταμάτης, ξεκινούν τη λειτουργία τους.
Γενικά, στη πλατεία Συντάγματος, μετά το 1889 και μέχρι το 1992 πραγματοποιήθηκαν αλλεπάλληλες κατασκευαστικές παρεμβάσεις με ορόσημο την κατασκευή του μετρό. Οι εργασίες αυτές είχαν ως αποτέλεσμα να γίνουν εκτεταμένες αρχαιολογικές έρευνες στο υπέδαφος της πλατείας Συντάγματος, που απέφεραν πολύτιμες πληροφορίες για την αρχαία Αθήνα και πάνω από 10.000 ευρήματα. Επιπλέον βρέθηκε ένα σύμπλεγμα λουτρών και το βαλάνειο. Το σχέδιο προέβλεπε τα ευρήματα να καλυφθούν με στέγαστρα για να τα βλέπουν από ψηλά οι επισκέπτες. Αυτό δεν έγινε ποτέ. Όπως και η δημιουργία ενός ειδικού μουσείου ώστε τα 10.000 ευρήματα να στεγαστούν[28].
Στα κτήρια, γύρω από την πλατεία Συντάγματος, εκτός από τα ξενοδοχεία, λειτούργησαν τα διάσημα καφενεία Ανατολή, Ζαχαράτου και Παρισίων, το καφενείο-εστιατόριο Ευρώπη, τα ζαχαροπλαστεία Ζαβορίτη και Παπασπύρου, το τεϊοποτείο του Χρυσάκη, το θέατρο Διονύσια, το τυπογραφείο του Ανδρέα Κορομηλά, το ταξιδιωτικό γραφείο Κουκ, το βιβλιοπωλείο Ελευθερουδάκη, το εστιατόριο η Εκάλη, με χορτοφαγία και γαλακτοτροφία για όλο το 24ώρο, οι σχολές Όμηρος και ένα σωρό άλλα.
Σήμερα η πλατεία Συντάγματος είναι η κεντρική πλατεία της Αθήνας και μαζί με την πλατεία Ομονοίας, αποτελούν τα δύο σημεία αναφοράς της πόλης. Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πλατεία στην Ελλάδα, μετά την πλατεία Σπιανάδα της Κέρκυρας, και συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο με τις 100 μεγαλύτερες του κόσμου. Οι ξένοι επισκέπτες την κατακλύζουν για να φωτογραφηθούν κυρίως με τους ευζώνους που φορούν τις παραδοσιακές τους στολές και να παρακολουθήσουν την διαδικασία αλλαγής φρουράς στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Τα σκαλοπάτια της πλατείας Συντάγματος, όπως και το μαρμάρινο σιντριβάνι του 19ου αιώνα στο κέντρο της, αποτελούν σημείο συνάντησης των Αθηναίων αλλά και των επισκεπτών της πόλης.
Από την πρώτη στιγμή της διαμόρφωσή της σπουδαία ξενοδοχεία την περιστοίχισαν…
Πηγές
Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ:
Καζαμίας του Κορομηλά: του έτος 1873: έτος τριακοστόν πέμπτον. Αθήνησι: Τύποις Ανδρέου Κορομηλά, 1872
Καζαμίας: ήτοι Αττικόν ημερολόγιον του έτους 1874. - Έκδοσις Β’.- Εν Αθήναις: Εκ του Τυπογραφείου Δ. Α. Μαυρομμάτη, 1873
Το ταξίδιον της ΑΑ. Υψηλότητος του Τσάρεβιτς ανά την Ανατολήν μετά του πρίγκηπος Γεωργίου 1890-1891 υπό του πριγκήπος Φ.Ε. Ουχτόμσκη, μετάφρασις εκ του ρωσσικού υπό Αγαθ. Γ. Κωνσταντινίδου. Εν Αθήναις: Καταστήματα Ακροπόλεως Βλ. Γαβριηλίδου, 1893.
Ταξείδια ανά την Ελλάδα: τόμος Α΄ / Γ.Π. Παρασκευόπουλος. Εν Αθήναις: εκ του τυπογραφείου της "Κορίννης" 1895
Μνήμες από την Αθήνα του χθες: από τη συλλογή φωτογραφιών του Νικολαόυ Νικήτα Γιαλούρη / κείμενα, επιμέλεια: Άρτεμις Σκουμπουρδή. Αθήνα: Πολιτιστικός Οργανισμός Δήμου Αθηναίων, χ.χ.
Τρελαντώνης / Π. Σ. Δέλτα . - 11η έκδ.- [Αθήνα]: Βιβλιοπωλείον της "Εστίας, 1975
Ανακαλύπτοντας την Ελλάδα: Ζωγράφοι και περιηγητές του 19ου αιώνα / Φανή-Μαρία Τσιγκάκου. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1981
Η Ελλάδα σήμερα: Οδοιπορικό 1890: Ο κόσμος του Χαριλάου Τρικούπη / G. Deschamps, μετάφραση Α. Δαούτη. Αθήνα: Τροχαλία, 1992
Ταξίδι στην Ελλάδα: τρία χρόνια παραμονής και περιπλανήσεων: μέρος πρώτο / Henri Belle, μετάφραση Λίνα Σταματιάδη. Αθήνα: Ιστορητής, 1993
Σελίδες για την Ελλάδα του 20ού αιώνα: Κείμενα Γάλλων ταξιδιωτών / Επιμέλεια Παν. Μουλλάς, Βάσω Μέντζου. Αθήνα: Ολκός, 1995
Ματιές στην Αθήνα που έφυγε / Μαρία Μαρκογιάννη. Αθήνα: Φιλιππότης, 1995.
Η εν Αθήναις, κάποτε...: η πόλις και οι δρόμοι της διηγούνται την ιστορία τους / Διονύσιος Β. Ηλιόπουλος. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 2000
Αι Αθήναι από του 19ου εις τον 20όν αιώνα / Κώστα Η. Μπίρη . - 5η έκδ.- Αθήνα: Μέλισσα, 2005
Η πόλη των μαρμάρων : Ημερολόγιο 2006 / Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ. [Αθήνα]: Εκπαιδευτήρια Δούκα, 2006
Στης Πλάκας τις ανηφοριές / Γιάννης Καιροφύλλας. Αθήνα: Φιλιππότης, 2007
Η παλιά Αθήνα ζει, γλεντά, γεύεται: κιμπάρικο ανάγνωσμα για μερακλήδες νοσταλγούς / Θωμάς Σιταράς. Αθήνα: Ωκεανίδα, 2011
Εκ Θεμελίων / Κλεοπάτρα Παπαευαγγέλου-Γκενάκου. Αθήνα: Τράπεζα της Ελλάδος.Κέντρο Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης, 2020
Η Αθήνα τον 19ο αι.: εικόνες μιας οδοιπορίας μέσω του Τύπου / Θανάσης Γιοχάλας, Ζωή Βαΐου. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της "Εστίας" Ι. Δ. Κολλάρου, 2021
Αλή Πασσάς, αρ.1 5.3.1875
Νέα Εφημερίς, 13.1.1890 (αρ.φ.13), 21.03.1891 (αρ.φ.80)
Αθηναϊκός Αστήρ, 1896, αρ.8
Τότε, τ.70 (1998)
Συλλογή Θωμά Σιταρά
Αρχεία ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ:
Αρχείο Θωμά Θωμόπουλου, υποφάκελος 1.1
Αρχείο Κώστα Δημητριάδη, υποφάκελος 2.3
Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ:
FOTO.047: φωτογράφος Μιχαήλ Βελούδιος, Αρχείο Διονύση Φωτόπουλου
2E01.008: Γενικό Αρχείο 20ος αιώνας
2Ε00.039: Γενικό Αρχείο 20ος αιώνας
CP.CPATH.CPATH1.286: Συλλογή καρτ ποστάλ
CP.CPATH.CPATH1.240: Συλλογή καρτ ποστάλ
CP.CPATH.CPATH1.242: Συλλογή καρτ ποστάλ
CP.CPATH.CPATH1.368: εκδότης Δέλτα (Εμμ. Σ. Διακάκης), Συλλογή καρτ ποστάλ
Άλλες πηγές:
Wikipedia
Κάθε Σάββατο στην Αθήνα (FB)
Η Αθήνα από το 19ο αιώνα (FB)
digitalcollections.archives.nysed.gov
«Η πλατεία Συντάγματος το 1859 έμοιαζε με χωράφι, αλλά έβλεπε την Ακρόπολη…». Μηχανή του χρόνου (ιστοσελίδα):http://www.mixanitouxronou.gr/i-plateia-syntagmatos-to-1850-emoiaze-me-chorafi-alla-quot-evlepe-quot-tin-akropoli-dimioyrgithike-stin-periochi-perivolakia-kai-potizotan-apo-tin-pigi-tis-mpoympoynistras/
«Ένα καλοκαιρινό απόγευμα του 1927 στην πλατεία Συντάγματος». LIFO, 15.5.2019: https://www.lifo.gr/articles/athens_articles/237165/ena-kalokairino-apogeyma-toy-1927-stinplateiasyntagmatos?fbclid=IwAR1o028azWZxyYi636wfG5GW0f6k2FdlQ1L3erxIX9DKAAf18DyjNPGNJ-A
«Εσύ ξέρεις ποια είναι η ιστορία των περιπτέρων;» / Γιώργος Τσιτιρίδης, 20.6.2019: https://parallaximag.gr/thessaloniki/esy-ksereis-poia-einai-istoria-ton-peripteron
Σημειώσεις
[1] όπου σήμερα βρίσκεται η πλατεία Συντάγματος, η Βουλή και μέρος του Εθνικού Κήπου.
[2] Εκ Θεμελίων / Κλεοπάτρα Παπαευαγγέλου-Γκενάκου. Αθήνα: Τράπεζα της Ελλάδος. Κέντρο Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης, 2020, σελ.201.
[3] Μνήμες από την Αθήνα του χθες: από τη συλλογή φωτογραφιών του Νικολαόυ Νικήτα Γιαλούρη / κείμενα, επιμέλεια: Άρτεμις Σκουμπουρδή. Αθήνα: Πολιτιστικός Οργανισμός Δήμου Αθηναίων, χ.χ., σελ.41
[4] Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ιστορία για το πώς επιλέχθηκε το σημείο της ανέγερσής τους. Λέγεται ότι ο Όθωνας και κυρίως ο πατέρας του που θα χρηματοδοτούσε το έργο, ήθελαν να βρίσκεται στο πιο υγιεινό μέρος της Αθήνας. Έτσι, τοποθέτησαν τρία κομμάτια κρέας σε διαφορετικά σημεία που είχαν επιλεγεί με το σκεπτικό ότι στο μέρος που θα σάπιζε πιο αργά, θα κτιζόταν και το νέο ανάκτορο. Το κομμάτι κρέας που σάπισε τελευταίο, ήταν στον λόφο του Αγίου Αθανασίου, δηλαδή στη σημερινή θέση της Βουλής. Πηγή:«Η πλατεία Συντάγματος το 1859 έμοιαζε με χωράφι, αλλά έβλεπε την Ακρόπολη…». Μηχανή του χρόνου (ιστοσελίδα): http://www.mixanitouxronou.gr/i-plateia-syntagmatos-to-1850-emoiaze-me-chorafi-alla-quot-evlepe-quot-tin-akropoli-dimioyrgithike-stin-periochi-perivolakia-kai-potizotan-apo-tin-pigi-tis-mpoympoynistras
[5] Εκ Θεμελίων / Κλεοπάτρα Παπαευαγγέλου-Γκενάκου. Αθήνα: Τράπεζα της Ελλάδος.Κέντρο Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης, 2020.
[6] Μνήμες από την Αθήνα του χθες: από τη συλλογή φωτογραφιών του Νικολαόυ Νικήτα Γιαλούρη / κείμενα, επιμέλεια: Άρτεμις Σκουμπουρδή. Αθήνα: Πολιτιστικός Οργανισμός Δήμου Αθηναίων, χ.χ., σελ. 42
[7] Αργότερα θα γινόταν ξενοδοχείο.
[8] Ταξίδι στην Ελλάδα: τρία χρόνια παραμονής και περιπλανήσεων: μέρος πρώτο / Henri Belle, μετάφραση Λίνα Σταματιάδη. Αθήνα: Ιστορητής, 1993, σελ. 71.
[9] Αυτή η τεχνητή λίμνη χρόνια αργότερα μεταφέρθηκε στην πλατεία Δημαρχείου. Η πληροφορία αυτή δεν έχει επιβεβαιωθεί. Ωστόσο σε φωτογραφίες μετά το 1900 η λίμνη πράγματι δεν υπάρχει στην πλατεία Συντάγματος.
[10] Καζαμίας του Κορομηλά: του έτος 1873: έτος τριακοστόν πέμπτον. Αθήνησι: Τύποις Ανδρέου Κορομηλά, 1872, σελ. 73.
[11] Τρελαντώνης / Π. Σ. Δέλτα . - 11η έκδ. - [Αθήνα]: Βιβλιοπωλείον της "Εστίας", 1975, σελ. 184.
[12] Στης Πλάκας τις ανηφοριές / Γιάννης Καιροφύλλας. Αθήνα: Φιλιππότης, 2007, σελ.170-172
[13] Ματιές στην Αθήνα που έφυγε / Μαρία Μαρκογιάννη. Αθήνα: Φιλιππότης, 1995, σελ. 43.
[14] Γυναικεία παντόφλα με τακούνι.
[15] H Ελλάδα σήμερα: Οδοιπορικό 1890: Ο κόσμος του Χαριλάου Τρικούπη / G. Deschamps, μετάφραση Α. Δαούτη. Αθήνα: Τροχαλία, 1992, σελ. 47.
[16] Το ταξίδιον της ΑΑ. Υψηλότητος του Τσάρεβιτς ανά την Ανατολήν μετά του πρίγκηπος Γεωργίου 1890-1891 υπό του πριγκήπος Φ.Ε. Ουχτόμσκη, μετάφρασις εκ του ρωσσικού υπό Αγαθ. Γ. Κωνσταντινίδου. Εν Αθήναις: Καταστήματα Ακροπόλεως Βλ. Γαβριηλίδου, 1893, σελ. 111.
[17] Ταξείδια ανά την Ελλάδα: τόμος Α΄ / Γ.Π. Παρασκευόπουλος. Εν Αθήναις: εκ του τυπογραφείου της "Κορίννης" 1895, σελ. 555.
[18] Ανακαλύπτοντας την Ελλάδα: Ζωγράφοι και περιηγητές του 19ου αιώνα / Φανή-Μαρία Τσιγκάκου. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1981, σελ. 149.
[19] Σελίδες για την Ελλάδα του 20ού αιώνα: Κείμενα Γάλλων ταξιδιωτών / Επιμέλεια Παν. Μουλλάς, Βάσω Μέντζου. Αθήνα: Ολκός, 1995, σελ. 88-89.
[20] Το έργο απεικονίζει τον Θησέα να σώζει την Ιπποδάμεια στη μάχη Λαπιθών και Κενταύρων.
[21] Μεταφέρθηκε εκεί το 1938.
[22] Το πρώτο περίπτερο, με τη χρήση που γνωρίζουμε εμφανίστηκε, στην οδό Πανεπιστημίου μετά το 1912. Άλλοι αναφέρουν στην οδό Σταδίου το 1913, που είναι και το πιο πιθανό.
[23] Ταξιδεύει συχνά στην Ελλάδα.
[24] Σελίδες για την Ελλάδα του 20ού αιώνα: Κείμενα Γάλλων ταξιδιωτών / Επιμέλεια Παν. Μουλλάς, Βάσω Μέντζου. Αθήνα: Ολκός, 1995, σελ. 109.
[25] Σελίδες για την Ελλάδα του 20ού αιώνα: Κείμενα Γάλλων ταξιδιωτών / Επιμέλεια Παν. Μουλλάς, Βάσω Μέντζου. Αθήνα : Ολκός , 1995, σελ. 132.
[26] Σελίδες για την Ελλάδα του 20ού αιώνα: Κείμενα Γάλλων ταξιδιωτών / Επιμέλεια Παν. Μουλλάς, Βάσω Μέντζου. Αθήνα : Ολκός , 1995, σελ. 132.
[27] Σελίδες για την Ελλάδα του 20ού αιώνα: Κείμενα Γάλλων ταξιδιωτών / Επιμέλεια Παν. Μουλλάς, Βάσω Μέντζου. Αθήνα: Ολκός, 1995, σελ. 178.
[28] Η εν Αθήναις, κάποτε...: η πόλις και οι δρόμοι της διηγούνται την ιστορία τους / Διονύσιος Β. Ηλιόπουλος. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 2000, σελ.99.
[29] Η Αθήνα τον 19ο αι.: εικόνες μιας οδοιπορίας μέσω του Τύπου / Θανάσης Γιοχάλας, Ζωή Βαΐου. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της "Εστίας" Ι. Δ. Κολλάρου, 2021, σελ.160-161 και Νέα Εφημερίς, αρ.13, 13.1.1890.